dictionnaire Chinois - Grecque

中文, 汉语, 漢語 - ελληνικά

洗衣机 grecque:

1. πλυντήριο πλυντήριο



Grecque mot "洗衣机"(πλυντήριο) se produit dans des ensembles:

Οικιακές συσκευές στα κινέζικα
Έπιπλα στα κινέζικα

d'autres mots commençant par "洗"

洗碗机 grecque
洗衣店 grecque