dictionnaire Polonais - Grecque

język polski - ελληνικά

oferta specjalna grecque:

1. προσφορά προσφορά



2. ειδική προσφορά ειδική προσφορά



Grecque mot "oferta specjalna"(ειδική προσφορά) se produit dans des ensembles:

zakupy grecki