dictionnaire Polonais - Grecque

język polski - ελληνικά

Czerwony grecque:

1. Κόκκινο Κόκκινο


Ποιό φρούτο είναι κόκκινο;
Eνα κόκκινο κρασί, παρακαλώ

Grecque mot "Czerwony"(Κόκκινο) se produit dans des ensembles:

kolory grecki