dictionnaire Norvégien - Grecque

Norsk - ελληνικά

ri grecque:

1. βόλτα βόλτα


Σήμερα βγήκα μια βόλτα στα μαγαζιά, αλλά δεν βρήκα κάτι να αγοράσω.
Κάνε μία βόλτα κάθε μέρα.