dictionnaire néerlandais - Grecque

Nederlands, Vlaams - ελληνικά

Engels grecque:

1. αγγλικά αγγλικά


Τα αγγλικά δεν είναι εύκολα, αλλά είναι ενδιαφέροντα.

Grecque mot "Engels"(αγγλικά) se produit dans des ensembles:

Talen in het Grieks