dictionnaire néerlandais - Grecque

Nederlands, Vlaams - ελληνικά

Diabetes grecque:

1. διαβήτης διαβήτης



Grecque mot "Diabetes"(διαβήτης) se produit dans des ensembles:

Οι 15 κύριοι ιατρικοί όροι στα ολλανδικά