dictionnaire Grecque - Chinois

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

σαλιγκάρι chinois:

1. 蜗牛 蜗牛



Chinois mot "σαλιγκάρι"(蜗牛) se produit dans des ensembles:

Ζωύφια και έντομα στα κινέζικα