dictionnaire Grecque - Chinois

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

ντροπαλός chinois:

1. 害羞 害羞



Chinois mot "ντροπαλός"(害羞) se produit dans des ensembles:

Επίθετα προσωπικότητας στα κινέζικα