dictionnaire Grecque - Vietnamien

ελληνικά - Tiếng Việt

τουαλέτα en vietnamien:

1. phòng tắm phòng tắm



Vietnamien mot "τουαλέτα"(phòng tắm) se produit dans des ensembles:

Δωμάτια του σπιτιού στα βιετναμέζικα