dictionnaire Grecque - Vietnamien

ελληνικά - Tiếng Việt

πλυντήριο en vietnamien:

1. máy giặt máy giặt


Quần áo không bỏ vừa máy giặt.

Vietnamien mot "πλυντήριο"(máy giặt) se produit dans des ensembles:

Οικιακές συσκευές στα βιετναμέζικα
Έπιπλα στα βιετναμέζικα