dictionnaire Grecque - Turc

ελληνικά - Türkçe

πλυντήριο en tailleur:

1. çamaşır makinesi çamaşır makinesi



Turc mot "πλυντήριο"(çamaşır makinesi) se produit dans des ensembles:

Οικιακές συσκευές στα τουρκικά
Έπιπλα στα τουρκικά