dictionnaire Grecque - néerlandais

ελληνικά - Nederlands, Vlaams

νεροχύτης néerlandais:

1. wastafel wastafel



Néerlandais mot "νεροχύτης"(wastafel) se produit dans des ensembles:

Λεξιλόγιο για το μπάνιο στα ολλανδικά