dictionnaire Grecque - néerlandais

ελληνικά - Nederlands, Vlaams

ναυαγοσώστης néerlandais:

1. badmeester badmeester



Néerlandais mot "ναυαγοσώστης"(badmeester) se produit dans des ensembles:

Λεξιλόγιο για την παραλία στα ολλανδικά