dictionnaire Grecque - Arabe

ελληνικά - العربية

πυροσβέστης en arabe:

1. رجال الاطفاء رجال الاطفاء



Arabe mot "πυροσβέστης"(رجال الاطفاء) se produit dans des ensembles:

Επαγγέλματα στα αραβικά