dictionnaire Allemand - Grecque

Deutsch - ελληνικά

sein grecque:

1. είμαι είμαι


Θα είμαι εκεί στις πέντε μ.μ.
Αυτός είμαι εγώ - ο δειλός ανήμπορος να συλλέξει το κουράγιο του και να μάθει την αλήθεια.

Grecque mot "sein"(είμαι) se produit dans des ensembles:

Lektion 1 Kb.S. 26