dictionnaire Tchèque - Grecque

český jazyk - ελληνικά

stůl grecque:

1. τραπέζι τραπέζι


Η γάτα είναι κάτω απ'το τραπέζι.
Άφησα τα κλειδιά μου στο τραπέζι. Μπορείς να μου τα φέρεις, σε παρακαλώ;